Η χειρουργική αφαίρεση του θυρεοειδούς (θυρεοειδεκτομή) αποτελεί μία λεπτή και εξειδικευμένη επέμβαση. Πρέπει να εκτελείται πάντα από εξειδικευμένο και έμπειρο χειρουργό, έτσι ώστε να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος των επιπλοκών.
Η θυρεοειδεκτομή εκτελείται πάντα με γενική αναισθησία και με μία μικρή τομή στο λαιμό του ασθενή. Αφαιρείται συνήθως όλος ο θυρεοειδής αδένας (στις πολυοζώδεις βρογχοκήλες) ή ο μισός (στους καλοήθεις μονήρεις όζους του θυρεοειδούς).
Οι παθήσεις του θυρεοειδούς, οι οποίες οδηγούν τον άρρωστο στο χειρουργείο είναι: ο Καρκίνος του θυρεοειδούς, οι Πολυοζώδεις βρογχοκήλες ή οι μονήρεις όζοι του θυρεοειδούς και ο Υπερθυρεοειδισμός.
Οι μόνιμες επιπλοκές μετά από τη θυρεοειδεκτομή είναι πολύ σπάνιες μόνο στα χέρια έμπειρων και εξειδικευμένων χειρουργών ενδοκρινών αδένων.
Όταν όμως συμβούν, δυστυχώς, θεωρούνται «αναπηρικές», δεδομένου ότι έχουν πολύ δυσάρεστες συνέπειες στην μετέπειτα προσωπική και επαγγελματική ζωή του ασθενή.
Οι συνηθέστερες από αυτές είναι:
- παράλυση της μιας ή και των δύο φωνητικών χορδών, μετά από κάκωση του ενός ή και των δύο παλίνδρομων λαρυγγικών νεύρων, τα οποία τις νευρώνουν,
- κάκωση του έξω κλάδου του άνω λαρυγγικού νεύρου και παράλυση του κρικοφαρυγγικού μυός και
- ο μόνιμος υποπαραθυρεοειδισμός από αφαίρεση ή κάκωση ή από ισχαιμία και νέκρωση των παραθυρεοειδών αδένων.
Μολονότι τα συμπτώματα από τις επιπλοκές μπορούν να βελτιωθούν με την πάροδο του χρόνου, εντούτοις ο ασθενής δεν επανέρχεται ποτέ στην κατάσταση που ήταν πριν από την εγχείρηση.
Η παράλυση της μιας φωνητικής χορδής προκαλεί έντονη βραχνάδα, δυσκολία στην ομιλία, και γενικώς επέρχεται αλλοίωση της ποιότητας της φωνής του ασθενή.
Η παράλυση και των δύο φωνητικών χορδών οδηγεί συνήθως σε τραχειοστομία εφόσον ο ασθενής δεν μπορεί να αναπνεύσει.
Σημειώστε όμως ότι η τελευταία αυτή επιπλοκή είναι πολύ σπάνια και μπορεί να μην συμβεί ποτέ σε έμπειρα χέρια.
Η κάκωση του έξω κλάδου του άνω λαρυγγικού νεύρου προκαλεί έντονες λειτουργικές διαταραχές στη φώνηση του ασθενή.
Η συστηματική όμως χρήση της διεγχειρητικής νευροπαρακολούθησης των λαρυγγικών νεύρων, ιδιαίτερα σε ορισμένες πολύ δύσκολες υποομάδες ασθενών, με νέα τεχνολογία αιχμής μπορεί να ελαχιστοποιήσει τις πολύ δυσάρεστες αυτές παρανέργειες της εγχείρησης.
Ο μόνιμος υποπαραθυρεοειδισμός εκδηλώνεται με μουδιάσματα στα χέρια, στα πόδια, στο κεφάλι, γύρω από τα χείλη ή «με βελονιές στα δάχτυλα».
Σοβαρός υποπαραθυρεοειδισμός οδηγεί σε τετανία. Τα συμπτώματα αυτά οφείλονται στην πτώση των επιπέδων του ασβεστίου στο αίμα.
Αντιμετωπίζονται με μόνιμη χορήγηση ασβεστίου και βιταμίνης D από το στόμα.
Ανάρρωση
- Ο άρρωστος εξέρχεται από το Νοσοκομείο σε 1-2 ημέρες.
- Η ανάρρωση μετά την θυρεοειδεκτομή είναι ταχεία. Μοναδικό σύμπτωμα μετά την εγχείρηση είναι μικρός πόνος κατά την κατάποση, ο οποίος μειώνεται καθημερινά. Επίσης, μια μικρή κόπωση, η οποία σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να διαρκέσει 15-20 ημέρες.
- Το «σημάδι» από την τομή στο λαιμό του αρρώστου είναι ανεπαίσθητο μετά από μερικούς μήνες.
- Σε σπάνιες περιπτώσεις που υπάρχει διαταραχή του μηχανισμού της επούλωσης δημιουργούνται υπερτροφικές ουλές ή χηλοειδή.
- Οι υπερτροφικές ουλές δημιουργούνται παρά την πλαστική ραφή του τραύματος και δεν μπορούν εύκολα να προβλεφθούν πριν την εγχείρηση. Υπάρχουν όμως διάφορες συντηρητικές θεραπείες, με τις οποίες βελτιώνεται το αισθητικό αποτέλεσμα.
- Μετά από ολική θυρεοειδεκτομή, ο άρρωστος πρέπει να λαμβάνει για πάντα ένα χάπι θυροξίνης κάθε πρωί, αφού ο θυρεοειδής που παρήγαγε μέχρι τότε τη θυροξίνη για τις ανάγκες του οργανισμού τώρα δεν υπάρχει.